Σεισμοί στον Ελλαδικό Χώρο - Ιστορική Αναδρομή

Η ΣΕΙΣΜΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ

ΘΝΗΣΙΜΟΤΗΤΑ & ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΩΝ ΣΕΙΣΜΩΝ ΣΤΟΝ ΕΛΛΑΔΙΚΟ ΧΩΡΟ

Άρθρο του Επιπυραγού Κων/νου Δ. Ζαγγογιάννη στο www.zago.gr την 2/11/2016

 

I. Η Σεισμικότητα του Ελληνικού Χώρου

Οι περισσότεροι σεισμοί οφείλονται στις κινήσεις των λιθοσφαιρικών πλακών και κατά συνέπεια οι ζώνες έντονης σεισμικής δράσης ουσιαστικά ταυτίζονται με τις παρυφές των πλακών. Ο ελληνικός χώρος βρίσκεται στα όρια επαφής και σύγκλισης της Ευρασιατικής πλάκας με την Αφρικανική, γι’ αυτό και είναι χώρος μεγάλης σεισμικότητας. Η σεισμικότητα ενός τόπου καθορίζεται από τη συχνότητα εμφάνισης των σεισμών και τα μεγέθη τους.

 

Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία η Ελλάδα, από άποψη σεισμικότητας, κατέχει την πρώτη θέση στη Μεσόγειο και την Ευρώπη καθώς και την έκτη θέση σε παγκόσμιο επίπεδο, μετά την Ιαπωνία, Νέες Εβρίδες, Περού, νησιά Σολομώντα και Χιλή.

     

Το Ελληνικό τόξο ξεκινάει από την Κεφαλονιά, διασχίζει το νότιο Ιόνιο ανατολικά της Πελοποννήσου, περνάει νότια της Κρήτης και καταλήγει στη Ρόδο. Εδώ τα μεγέθη των σεισμών φτάνουν  ακόμη και τους 7,5 βαθμούς της κλίμακας Richter. Είναι το όριο επαφής και σύγκλισης της αφρικανικής με την ευρασιατική λιθοσφαιρική πλάκα, που η πρώτη βυθίζεται με ταχύτητα περίπου 4,5 εκατοστών τον χρόνο κάτω από τη δεύτερη. Αυτή η μάχη των πλακών στο Νότιο Αιγαίο είναι η κύρια αιτία εκδήλωσης των περισσότερων σεισμών στην Ελλάδα.

   

 Το τόξο που δημιουργείται στην περίπτωση αυτή αποτελείται από την ελληνική τάφρο, το νησιωτικό τόξο, την οπισθοτάφρο και το ηφαιστειακό τόξο.

 

-  Η τάφρος δημιουργείται κατά μήκος της επαφής των δύο πλακών. Πρόκειται για ένα σύστημα τάφρων, μία σειρά από βαθιές θαλάσσιες λεκάνες από τη Ρόδο έως και την Κεφαλονιά (γνωστή και ως ελληνική δίαυλος). Το μέγιστο βάθος της εντοπίστηκε νοτιοδυτικά της Πελοποννήσου στο Ιόνιο πέλαγος (βάθος περίπου 4.500m). Αυτό είναι το βαθύτερο σημείο της Μεσογείου.

 

-  Το νησιωτικό τόξο αποτελείται από μία σειρά διαδοχικών νησιών όπως η Ρόδος, η Κρήτη, τα Κύθηρα και από την Πελοπόννησο. Τοποθετείται παράλληλα ως προς την τάφρο και σε μικρή απόσταση από αυτήν. Το τόξο αυτό δημιουργείται από την παραμόρφωση και ανύψωση πετρωμάτων (κυρίως ιζηματογενών) του περιθωρίου της Ευρασιατικής πλάκας και περιλαμβάνει πολύ παραμορφωμένα πετρώματα της Αλπικής πτύχωσης.

 

-  Η οπισθοτάφρος είναι μία θαλάσσια λεκάνη (Κρητικό πέλαγος), μικρότερου βάθους από την τάφρο. Το μέγιστο βάθος της φτάνει τα 2.000m περίπου. Η λεκάνη αυτή βρίσκεται μπροστά από το νησιωτικό τόξο και πάνω στην Ευρασιατική πλάκα.

 

-  Το ηφαιστειακό τόξο αποτελείται από διαδοχικά ηφαίστεια (ενεργά και ανενεργά) Σουσάκι, Μέθανα, Μήλος, Σαντορίνη, Νίσυρος. Η δημιουργία τους οφείλεται σε ανάτηξη υλικού της υποβυθιζόμενης Αφρικανικής πλάκας. Κατά την άνοδό του το υλικό αυτό διαπερνά την Ευρασιατική πλάκα και σχηματίζει τα ηφαίστεια.

 

-  Όσον αφορά την περιοχή του Β. Αιγαίου, βασικό της μορφολογικό χαρακτηριστικό είναι η τάφρος του Βορείου Αιγαίου, με βάθος 1.500m περίπου.


     Η μεγαλύτερη σεισμική δραστηριότητα παρουσιάζεται στο δυτικό τμήμα του Ελληνικού Τόξου, όπου και σημειώθηκαν οι πρόσφατες ισχυρές δονήσεις στον θαλάσσιο χώρο νοτίως της Καλαμάτας και μεταξύ Λευκάδας - Πρέβεζας. Στο δυτικότερο άκρο του Ελληνικού Τόξου, εντοπίζεται και το σεισμικό «τρίγωνο του διαβόλου», ένας χώρος με ιδιαίτερα τεκτονικά χαρακτηριστικά που τον κατατάσσουν στην πρώτη θέση της λίστας των περιοχών υψηλότερης σεισμικότητας στο Αιγαίο και στην Ευρώπη.


     Κατά μήκος των ακτών της Δυτικής Ελλάδας, από την Κέρκυρα ως τη Δυτική Κρήτη, η σεισμική δραστηριότητα μπορεί να διακριθεί γενικά σε τρεις περιοχές:

     

-  Η πρώτη περιοχή βρίσκεται βορείως της Λευκάδας και η σεισμική δραστηριότητα εκεί οφείλεται σε συμπιεστικές δυνάμεις περίπου ανατολικής - δυτικής διεύθυνσης (κάθετες στη διεύθυνση των ακτών της Δυτικής Ελλάδας).

 

-  Η δεύτερη περιοχή βρίσκεται νοτίως της Κεφαλονιάς και αποτελεί το δυτικό τμήμα του Ελληνικού Τόξου. Η σεισμική δραστηριότητα εκεί οφείλεται στη σύγκλιση μεταξύ της αφρικανικής πλάκας και του Αιγαίου και της κατάδυσης της πρώτης κάτω από τη δεύτερη. Αποτέλεσμα της κατάδυσης αυτής είναι και η εκδήλωση σεισμικής δραστηριότητας ενδιαμέσου βάθους (εστιακά βάθη σεισμών μεγαλύτερα των 60 χιλιομέτρων) κάτω από την Πελοπόννησο και ανατολικά αυτής ­ περίπου ως τον χώρο των Κυκλάδων.

 

-  Η τρίτη περιοχή βρίσκεται μεταξύ των δύο προηγούμενων, στον ευρύτερο χώρο της Κεφαλονιάς, από τη Ζάκυνθο ως τη Λευκάδα. Η σεισμική δραστηριότητα εδώ εκδηλώνεται κυρίως κατά μήκος ενός ρήγματος, το οποίο έχει διεύθυνση βορειοανατολική - νοτιοδυτική. Με άλλα λόγια, η σεισμική δραστηριότητα στον χώρο αυτό εκδηλώνεται επειδή έχουμε μια οριζόντια κίνηση του χώρου νοτίως του ρήγματος προς τα νοτιοδυτικά (προς τη Μεσόγειο) και του χώρου βορείως του ρήγματος προς τα βορειοανατολικά (προς την Πίνδο). Η συνολική σχετική κίνηση κοντά στο ρήγμα αυτό είναι της τάξεως των 25 χιλιοστών ανά έτος.

 

     Χαρακτηριστικό της σεισμικής δραστηριότητας στη Δυτική Ελλάδα που οφείλεται στις τεκτονικές ιδιότητες της περιοχής, είναι ο μεγάλος αριθμός μικρών και ενδιαμέσου μεγέθους σεισμών αλλά και η μεγαλύτερη συχνότητα γένεσης ισχυρών, καταστρεπτικών σεισμών. Έτσι παρά το γεγονός ότι στον χώρο αυτό τα μεγέθη των μεγαλύτερων σεισμών είναι λίγο μικρότερα από ότι σε άλλες περιοχές του ελληνικού χώρου, ο σεισμικός κίνδυνος είναι σαφώς μεγαλύτερος εξαιτίας της συχνότητας γένεσης σεισμών ικανών να προκαλέσουν καταστροφές.

    

Μετά τη γένεση του ισχυρού σεισμού στην Τουρκία είναι γεγονός ότι επηρεάστηκε η σεισμικότητα όλου του ελληνικού χώρου. Σε διάφορες περιοχές μάλιστα, συμπεριλαμβανομένης και της Δυτικής Ελλάδας, εκδηλώθηκε σεισμική δραστηριότητα αμέσως μετά την άφιξη των σεισμικών κυμάτων από την Τουρκία. Τέτοιες μεταβολές έχουν παρατηρηθεί αρκετές στο παρελθόν με βάση τόσο τις ενόργανες μετρήσεις όσο και τα ιστορικά δεδομένα. Έχει επίσης παρατηρηθεί ότι η σεισμική δραστηριότητα δεν εκδηλώνεται χρονικά πάντα με τον ίδιο τρόπο, αλλά διακρίνονται περίοδοι ύφεσης και έξαρσής της. Οι παρατηρήσεις αυτές αλλά και τα συμπεράσματα μελετών που αφορούν στη μεσοπρόθεσμη πρόγνωση σεισμών με τη χρήση σύγχρονων μεθοδολογιών μπορούν να δώσουν σημαντικά στοιχεία και να συμβάλουν αποτελεσματικά στη μείωση του σεισμικού κινδύνου.

 

     Η Τουρκία κινείται δυτικά προς το Αιγαίο με ταχύτητα 25 χιλιοστά τον χρόνο  κατά μήκος του ρήγματος της Βόρειας Ανατολίας. Το Αιγαίο ακολουθεί την κίνηση αυτή και κινείται με την ίδια ταχύτητα σε σχέση με την Ευρώπη κατά μήκος της τάφρου του Βορείου Αιγαίου προς τα δυτικά. Ταυτόχρονα όμως το Αιγαίο, λόγω εσωτερικής παραμόρφωσης, επεκτείνεται προς τα νότια (με μια ταχύτητα η οποία φθάνει περίπου τα 10 χιλιοστά ανά έτος). Με τον τρόπο αυτό, ο ρυθμός ολίσθησης στο νότιο τμήμα του φθάνει ως τα 35 χιλιοστά το έτος, περίπου, με διεύθυνση βορειοανατολικά - νοτιοδυτικά. Επειδή και η Αφρική κινείται προς τα βόρεια (με ταχύτητα 10 χιλιοστά ανά έτος), ο ρυθμός σύγκλισης μεταξύ της αφρικανικής λιθοσφαιρικής πλάκας με εκείνης του Αιγαίου είναι της τάξεως των 45 χιλιοστών το έτος, με αποτέλεσμα τη διαρκή επέκταση του Αιγαίου. Επιπλέον δυτικά του ελληνικού χώρου (στην περιοχή βόρεια της Κεφαλονιάς), η Απουλία μικροπλάκα (Βόρειο Ιόνιο - Αδριατική) εκτελεί μια αριστερόστροφη κίνηση και το ανατολικό της όριο συγκρούεται με την Πίνδο.

 

Όλες αυτές οι παραπάνω κινήσεις των λιθοσφαιρικών πλακών,  που σε γενικές γραμμές θα μπορούσαμε να πούμε ότι αποτελούν και την κύρια αιτία της σεισμικής δραστηριότητας που εκδηλώνεται στον ελληνικό χώρο, συναντώνται την περιοχή της Κεφαλονιάς, γεγονός που έχει αποτέλεσμα στον χώρο αυτό να παρουσιάζεται και η μεγαλύτερη σεισμικότητα της ευρύτερης περιοχής, ολόκληρης της Ελλάδας και κατ' επέκταση της Ευρώπης.

 

II.  Πηγές άντλησης πληροφοριών για τους σεισμούς

 

     Τα αρχαιολογικά ευρήματα δίνουν σημαντικές πληροφορίες για τους σεισμούς του παρελθόντος. Στην Ελλάδα έχουν εντοπιστεί καταστροφές αρχαίων πόλεων και ναών από σεισμούς. Σε ορισμένες περιπτώσεις έχει βρεθεί επιγραφικό υλικό που πληροφορεί για τη χρονολογία και την έκταση των καταστροφών, αλλά και για τις επισκευές που έγιναν εξ αιτίας αυτών. Οι γραπτές μαρτυρίες αποτελούν την μεγαλύτερη πηγή άντλησης πληροφοριών για τις επιπτώσεις των ιστορικών σεισμών.  Οι μαρτυρίες αυτές ποικίλλουν ανάλογα με την εποχή και την περιοχή, με αποτέλεσμα την ανομοιογενή κατανομή της πληροφορίας στο χώρο και στο χρόνο.

      

Στον Ελληνικό χώρο έχει εντοπιστεί μεγάλος όγκος γραπτών κειμένων που αναφέρουν ιστορικούς σεισμούς, αλλά εκτιμάται ότι οι πηγές αυτές δεν έχουν εξαντληθεί, αφού κατά καιρούς εμφανίζονται ανέκδοτες μαρτυρίες, οι οποίες συμπληρώνουν την εικόνα του σεισμού. Για το λόγο αυτό η έρευνα των ιστορικών σεισμών είναι συνεχής και η εικόνα ενός ιστορικού σεισμού κατά καιρούς επικαιροποιείται.

    

Κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας ένας σημαντικός αριθμός ξένων περιηγητών επισκέφθηκε την Ελλάδα, οι οποίοι κατέγραψαν τις ταξιδιωτικές τους εμπειρίες, ανάμεσα στις οποίες ήταν και οι σεισμοί. Κυρίως για τους βόρειους ευρωπαίους περιηγητές, οι σεισμοί αποτελούσαν ένα πρωτόγνωρο φαινόμενο. Κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας οι μοναχοί συνήθιζαν να καταγράφουν στα περιθώρια των ιερών βιβλίων διάφορα σημαντικά γεγονότα. Πολλοί σεισμοί έχουν εντοπιστεί από τις χειρόγραφες αυτές σημειώσεις. Οι εφημερίδες όπως και οι γεωγραφίες των χωρών επίσης, αποτελούν κύρια πηγή πληροφορίας ιστορικών σεισμών κατά το 19ο αιώνα. Μεγάλες σεισμικές καταστροφές αποτυπώθηκαν και σε χαλκογραφίες και σχέδια, αλλά  μετά τον 19ο αιώνα έχουμε και τις πρώτες φωτογραφίες.

    

 Οι ιστορικοί που μελετούν τα κρατικά ή ιδιωτικά αρχεία έχουν δώσει σημαντικά στοιχεία για τους ιστορικούς σεισμούς. Η αποτύπωση αυτή παρέχει σημαντικές πληροφορίες για το είδος και τη σοβαρότητα των βλαβών, καθώς και για τον τρόπο και το είδος των υλικών δόμησης και την τρωτότητα των κτηρίων. Οι σύγχρονες ιστορικές μελέτες παρέχουν επιστημονικά τεκμηριωμένες πληροφορίες και αναλύσεις για τους ιστορικούς σεισμούς, αλλά και για τις οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες και αλλαγές που προκάλεσαν στην τοπική κοινωνία των περιοχών που έπληξαν.

 

III.  Θνησιμότητα και επιπτώσεις από τους σημαντικότερους σεισμούς  στον Ελλαδικό χώρο τα τελευταία 100 χρόνια.

 

Στον Ελληνικό χώρο καταγράφονται πολλές σεισμικές δονήσεις τα τελευταία χρόνια, με σημαντικότερες από πλευράς μεγέθους, θυμάτων και καταστροφών τις εξής:

 

Θεσσαλονίκη 1902

Ο σεισμός έγινε στις 5 Ιουλίου του 1902, ήταν 6,6 βαθμών της κλίμακας Richter, με επίκεντρο την Άσσυρο της Θεσσαλονίκης. Οι προσεισμοί είχαν αρχίσει πριν 3 μήνες. Ενώ προηγήθηκε υποχθόνιος θόρυβος. Ο σεισμός έγινε αισθητός κυριώς κατά ΒΔ-ΝΑ διεύθυνση, και έγινε αισθητή Από τα Σκόπια μέχρι την Αθήνα. Σκοτώθηκαν 5 άτομα, στην Άσσυρο κατέρρευσαν εντελώς 100 σπίτια ενώ άλλα 118 έμειναν ακατοίκητα, ενώ στο χωριό Αρκαλί 10 σπίτια γκρεμίστηκαν καθώς και μία Βουλγάρικη Εκκλησία. Στο Λαγκαδά πολλά σπίτια υπέστησαν ρωγμές, όπως και στην Θεσσαλονίκη όπου ζημιές έπαθαν και οι αποθήκες στο λιμάνι.

 

Κύθηρα 1903

Ο σεισμός έγινε στις 11 Αυγούστου 1903, ήταν 7,9 βαθμών της κλίμακας Richter, με επίκεντρο τα Μιτάτα. Μεγάλες καταστροφές υπέστησαν τα χωριά: Μιτάτα, Μυλοπόταμος, Βαριάδικα, Αβλέμονα, Καψάλι, Κύθηρα, Ποταμός, Γερακάρη, Καραβάς. Σημαντικές βλάβες υπέστησαν σπίτια στη Λακωνία, Κόρινθο, Σαντορίνη. Έγινε αισθητός σε όλη την Ελλάδα αλλά και κατά μήκος των Δαλματικών Ακτών στην Ανατολική Σικελία, Μάλτα, Βεγγάλη, Κυρηναϊκή, Αίγυπτο, Μικρά Ασία, Σμύρνη και Κωνσταντινούπολη. Καταστράφηκε εντελώς τα χωριά Μιτάτα και Βαριάδικα, πολλά σπίτια κατέρρευσαν ενώ σχεδόν καταστράφηκε και το χωριό Καψάλι. Σε όλο το νησί των Κυθύρων τα σπίτια παρουσίασαν σημαντικές ρωγμές. Βλάβες σε σπίτια είχαμε επίσης και σε χωριά στην Λακωνία, στην Κόρινθο και στην Σαντορίνη. Θεωρείται  ο Δεύτερος μεγαλύτερος σεισμός όλων των εποχών στην Ελλάδα. Σκοτώθηκαν 3 άτομα και τραυματίστηκαν 2.

 

Σάμος 1904

Ο σεισμός έγινε στις 11 Αυγούστου 1904, ήταν 6,8 βαθμών της κλίμακας Richter, με επίκεντρο την Σάμο. Ζημιές προκλήθηκαν στα χωριά Άνω Βαθύ, Χώρα, Πύργος, Κουμέικα, Αγία Τριάδα. Έγινε έντονα αισθητός σε : Πάτμο, Χίο, Ικαρία, Μικρά Ασία, Σαντορίνη, Νάξο και Αθήνα. Καταστράφηκαν εντελώς 540 σπίτια ενώ οι ζημιές ανήλθαν σε 20.000 λίρες. Σκοτώθηκαν 4 άτομα και τραυματίστηκαν 7.

 

Χαλκιδική 1905

Ο σεισμός έγινε στις 8 Νοεμβρίου 1905, ήταν 7,5 βαθμών της κλίμακας Richter, με επίκεντρο το   Άγιο Όρος. Ο σεισμός ήταν καταστρεπτικός για όλη την Χερσόνησο του Άθω. Σοβαρές ζημιές παρατηρήθηκαν στην Ιερισσό, Γοματιό, Κασσάνδρα. Τρεις Εκκλησίες της Μονής Ιβήρων καταστράφηκαν ολοσχερώς, 8 καλύβες καταστράφηκαν από πτώσεις βράχων, ενώ άλλες 11 υπέστησαν ζημιές. Θεωρείται  ο τρίτος μεγαλύτερος σεισμός όλων των εποχών στην Ελλάδα.

 

Χανιά 1910

Ο σεισμός έγινε στις 18 Φεβρουαρίου 1910, ήταν 6,9  βαθμών της κλίμακας Richter, με επίκεντρο τα Χανιά. Προκλήθηκαν καταστροφές στα Χανιά και στη γύρω περιοχή, ενώ μετασεισμός ακολούθησε στις 20 Μαρτίου. Προκλήθηκαν ρωγμές και καταρρεύσεις σε αρκετά σπίτια αρκετών πόλεων και χωριών της Κρήτης. Σκοτώθηκαν 6 άτομα ενώ τραυματίες δεν  έχουν καταγραφεί.

 

Κεφαλονιά  1912

Ο σεισμός έγινε στις 24 Ιανουαρίου 1912, ήταν 6,8 βαθμών της κλίμακας Richter, με επίκεντρο τον Ασπρογέρακα. Ήταν καταστρεπτικός για την Ζάκυνθο και την Κεφαλονιά. Ενώ οι μετασεισμικές δονήσεις συνεχίστηκαν μέχρι το καλοκαίρι. Ο μεγαλύτερος από αυτούς έγινε 3 ώρες μετά τον κύριο και ήταν μεγέθους 5.9R Ο σεισμός ερήμωσε μερικώς την Κεφαλονιά και την Ζάκυνθο, ενώ στο Αργοστόλι παρατηρήθηκαν ρωγμές στην αποβάθρα πλάτους 5.7cm και μήκους 60-120cm.  Σκοτώθηκαν 8 άτομα και τραυματίστηκαν 40.

 

Ιθάκη 1915

Ο σεισμός έγινε στις 7 Αυγούστου 1915, ήταν 6,7 βαθμών της κλίμακας Richter, με επίκεντρο την Ιθάκη. Η ισχυρή σεισμική δόνηση που συνοδεύτηκε από πολύ μεγάλο αριθμό μετασεισμών με μεγαλύτερο αυτόν που συναίβει στις 11/8 με μέγεθος 6.4R. Σημαντικές ζημιές υπέστησαν πολλά σπίτια σε χωριά της Ιθάκης, κατέρρευσαν 50 σπίτια, ενώ 100 έγιναν ακατοίκητα.

 

Ρόδος 1926

Ο σεισμός έγινε στις 26 Ιουνίου 1926, ήταν 8,0  βαθμών της κλίμακας Richter, με επίκεντρο τον Αρχάγγελο. Ο σεισμός κατέστρεψε εντελώς τον Αρχάγγελο της Ρόδου ενώ πολύ ισχυρός ήταν στο Ηράκλειο, στη Μικρά Ασία, στην Αλεξάνδρεια, στο Κάιρο, ενώ έγινε αισθητός στην Ανατολική Ιταλία, Σκόπια, Κωνσταντινούπολη, Κύπρο κ.α. Συνολικά κατέρρευσαν 3.200 σπίτια ενώ 550 έπαθαν ανεπανόρθωτες βλάβες. Ενώ το αρχαιολογικό μουσείο της Ρόδου έπαθε σημαντικές ζημιές. Σκοτώθηκαν 12 άτομα ενώ υπήρξε μεγάλος αριθμός τραυματιών. 

 

Σπάρτη  1926 

Ο σεισμός έγινε στις 30 Αυγούστου 1926, ήταν 7,2  βαθμών της κλίμακας Richter, με επίκεντρο την Σπάρτη. Ο ισχυρότατος σεισμός έγινε αισθητός στην Πελοπόννησο, Αθήνα, νησιά Κυκλάδων, Ιόνια Νησιά και σε μεγάλο μέρος της Ηπειρωτική Ελλάδας. Αρκετά σπίτια κατέρρευσαν ενώ πολυάριθμα ρηγματώθηκαν.

 

Χαλκιδική 1932

Ο σεισμός έγινε στις 26 Σεπτεμβρίου 1932, ήταν 7,0  βαθμών της κλίμακας Richter, με επίκεντρο την Ιερισσό. Ο ισχυρότατος σεισμός με 2 ισχυρούς μετασεισμούς. Η Ιερισσός και το Στρατώνι καταστράφηκαν. Συνολικά 4.106 σπίτια κατέρρευσαν, ενώ άλλα 3.218 υπέστησαν σοβαρότατες βλάβες. Μεγάλη καταστροφή και στο Άγιο Όρος στο οποίο μόνο 2 μονές άντεξαν. Σκοτώθηκαν 161 άτομα και τραυματίστηκαν 669.

 

Λασίθι 1935

Ο σεισμός έγινε στις 25 Φεβρουαρίου 1935, ήταν 7,0  βαθμών της κλίμακας Richter, με επίκεντρο τα Ανόγια. Σημαντικός σεισμός ευρείας κλίμακας στον οποίο τα χωριά Σκαλάνι, Ανώπολη, Επάνω Βάθεια, Καινούριο και Γούρνες κατέρρευσαν ολοσχερώς μέχρι τα θεμέλια. Εκτός από την Κρήτη ο ισχυρότατος σεισμός έγινε αισθητός σε Πελοπόννησο, Αθήνα, Κυκλάδες και στην Αίγυπτο. Άστεγες έμειναν 374 οικογένειες ενώ πολυάριθμα σπίτια κατέρρευσαν. Αρκετά σχολεία υπέστησαν βλάβες ενώ το ηλεκτρικό εργοστάσιο στο Ηράκλειο υπέστη σημαντικές ζημιές. Τραυματίστηκαν 204 και σκοτώθηκαν 8 άτομα.

 

Μεσσηνία 1947

Ο σεισμός έγινε στις 6 Οκτωβρίου 1947, ήταν 7,0  βαθμών της κλίμακας Richter, με επίκεντρο την Πυλία. Ήταν πολύ ισχυρός σεισμός ο οποίος προκάλεσε ζημιές τόσο σε 54 οικισμούς στην επαρχία της Πυλίας, όσο και στην Λακωνία. Στην επαρχία της Πυλίας καταστράφηκαν 293 σπίτια, 4 Εκκλησίες ενώ μερική καταστροφή υπέστησαν 819 σπίτια, 17 Εκκλησίες και 5 σχολεία. Ελαφρές ζημιές υπέστησαν 468 σπίτια. Στη Λακωνία 9 σπίτια κατέρρευσαν, 78 σπίτια έπαθαν μερική καταστροφή, ενώ 120 ελαφρές ζημιές. Σκοτώθηκαν 3 άτομα και τραυματίστηκαν 20.

 

Χίος 1949

Ο σεισμός έγινε στις 23  Αυγούστου 1949, ήταν  6,7  βαθμών της κλίμακας Richter, με επίκεντρο τα Καρδάμυλα. Καταστράφηκαν στην Χίο 49 οικισμοί, ενώ 33 στην Ερυθραία. Στην Χίο 534 σπίτια κατέρρευσαν, 2.526 σπίτια υπέστησαν σημαντικές βλάβες και 2.985 ελαφρές, ενώ στα Καρδάμυλα μόνο το 7% των σπιτιών γλύτωσε.  Σκοτώθηκαν 3 άτομα και τραυματίστηκαν 50.

 

Κεφαλονιά  1953

Ο σεισμός έγινε στις 12 Αυγούστου 1953, ήταν 7,2 βαθμών της κλίμακας Richter, με επίκεντρο το Αργοστόλι. Η ακολουθία των προσεισμών και μετασεισμών ήταν καταστροφική. Πριν από τον κύριο σεισμό προηγήθηκαν πολλοί άλλοι σεισμοί, με του δύο μεγαλύτερους να φτάνουν σε μέγεθος τα 6.4R και 6.8R, ενώ οι μετασεισμοί ήταν πολλοί με μέγιστη ένταση 6.3R. Αυτή η ακολουθία προκάλεσε ανεπανόρθωτες ζημιές σε όλη την Δυτική Ελλάδα. Καταστράφηκαν εντελώς 27.709 σπίτια, 4.741 υπέστησαν σοβαρές βλάβες. Σκοτώθηκαν 476 άτομα και τραυματίστηκαν 2.412.

 

Καρδίτσα 1954

Ο σεισμός έγινε στις 30 Απριλίου 1954 , ήταν 7,0 βαθμών της κλίμακας Richter, με επίκεντρο τις Σοφάδες. Ο σεισμός προκάλεσε σοβαρές βλάβες στους νομούς : Καρδίτσας, Λάρισας. Τρικάλων, Μαγνησίας και Ευρυτανίας.  Κατέρρευσαν 6.599 σπίτια, ενώ 9.154 υπέστησαν σοβαρές ζημιές. Σκοτώθηκαν 25 άτομα και τραυματίστηκαν 157.

 

Αμοργός 1956

Ο σεισμός έγινε στις 9 Ιουλίου 1956, ήταν 7,5 βαθμών της κλίμακας Richter, με επίκεντρο τον Ποταμό. Ο ισχυρότατος σεισμός προκάλεσε σημαντικές βλάβες στα νησιά : Αμοργός, Ανάφη, Αστυπάλαια, Σαντορίνη, Πάρο, Νάξο, Κάλυμνο, Ίο, Λέρο, Πάτμο και Λειψούς. Πολλές από τις οποίες οφείλονταν κυρίως στον ισχυρό μετασεισμό της τάξης των 6.9R που ακολούθησε. Κατέρρευσαν 529 σπίτια και 1.482 υπέστησαν σημαντικές βλάβες. Σκοτώθηκαν 53 άτομα και τραυματίστηκαν 100.

 

Ρόδος 1957

Ο σεισμός έγινε στις 25 Απριλίου του 1957, ήταν 7,2  βαθμών της κλίμακας Richter, με επίκεντρο την Ρόδο. Προηγήθηκε ισχυρός προσεισμός έντασης 6.8R, ενώ ο ισχυρότερος μετασεισμός ήταν μεγέθους 6.1 R. Κατέρρευσαν εντελώς 16 σπίτια μερικώς 186, 1.316 υπέστησαν σημαντικές βλάβες.

 

Κόρινθος 1962

Ο σεισμός στις 28 Αυγούστου (10:59:56), έπληξε τη βόρεια Πελοπόννησο και τη Βοιωτία,  ήταν ενδιάμεσου εστιακού βάθους (95 km) και είχε επίκεντρο την Αρχαία Κόρινθο. Το μέγεθος του σεισμού ήταν 6,8 βαθμών της κλίμακας Richter. Ένα άτομο σκοτώθηκε και τρία τραυματίστηκαν, 397 κατοικίες καταστράφηκαν, 2981 υπέστησαν σοβαρές βλάβες και 3604 ελαφρές βλάβες. Η πόλη της Κορίνθου είχε καταστραφεί ξανά από σεισμό το 1858. Λόγω της καταστροφής αυτής, η πόλη ξαναχτίστηκε στην παραλία στη σημερινή της θέση και ονομάστηκε Νέα Κόρινθος. Η Νέα Κόρινθος στην συνέχεια, καταστράφηκε από σεισμό το 1928.

 

Αλόννησος 1965

Ο σεισμός ήταν επιφανειακός και έγινε στις 9 Μαρτίου (17:57:54) με επίκεντρο κοντά στο Πατητήρι. Το μέγεθος του σεισμού ήταν 6,1 βαθμών της κλίμακας Richter, σκοτώθηκαν 2 άτομα και τραυματίστηκαν ακόμη 2. Στο νησί της Αλοννήσου καταστράφηκαν 455 σπίτια και 106 έπαθαν μικρότερες ζημιές, ενώ στη Σκόπελο κατεδαφίστηκαν ή έπαθαν,  μη επισκευάσιμες βλάβες 1.486 σπίτια και ελαφρές βλάβες 900 σπίτια.

 

Αγρίνιο 1965

Πρόκειται για σεισμό που έγινε την 31 Μαρτίου 1965, ενδιάμεσου βάθους (78 km) με επίκεντρο το Αγρίνιο, που έγινε αισθητός σε πολλές περιοχές της Ελλάδας, από την Κρήτη μέχρι τον Έβρο  και σε περιοχές της  Ιταλίας και της Γιουγκοσλαβίας. Είχε μέγεθος 6,8 βαθμών της κλίμακας Richter, σκοτώθηκαν 6 άτομα και τραυματίστηκαν 17.

 

Αρκαδία 1965

Ο επιφανειακός σεισμός με επίκεντρο την Απιδίτσα. Συνέβη στις 5 Απριλίου 1965 (03:12:55) και είχε μέγεθος 6,1 βαθμών της κλίμακας Richter. Από τον σεισμό προκλήθηκαν βλάβες στην Πελοπόννησο και τη Στερεά Ελλάδα, ενώ σκοτώθηκαν 18 άτομα κα τραυματίστηκαν 17. Συνολικά καταστράφηκαν 1426 σπίτια, 7051 υπέστησαν μη επισκευάσιμες βλάβες και 15.906 ελαφρές ζημιές.

 

Άγιος Ευστράτιος 1968

Στις 19 Φεβρουαρίου (22:45:42) ο Άγιος Ευστράτιος επλήγη από επιφανειακό σεισμό μεγέθους 7,1 βαθμών της κλίμακας Richter. Ο σεισμός συνέτριψε το νησάκι Δασκαλιό, ανατολικά του Αγίου Ευστρατίου και κόστισε τη ζωή σε 20 άτομα, ενώ 39 άτομα τραυματίστηκαν,  προκλήθηκε θαλάσσιο κύμα  (τσουνάμι) ύψους 1,2 μ. στις ακτές της Λήμνου, που εισχώρησε στην ξηρά μέχρι και 20 μ. Ο σεισμός έγινε αισθητός στη Βουλγαρία, ενώ στην Πέργαμο σκοτώθηκε ένα άτομο από κατάρρευση κατοικίας.

 

Θεσσαλονίκη 1978

Ο σεισμός έγινε στις 20 Ιουνίου 1978 (20:03:21) 25 km ανατολικά της Θεσσαλονίκης, μεταξύ των λιμνών Βόλβης και Κορωνειας και είχε μέγεθος 6,5 βαθμών της κλίμακας Richter, το βάθος του σεισμού ήταν 8 - 10 km (μικρού εστιακού βάθους) και είχε διάρκεια μόλις 10 sec ,ενώ είχαν προηγηθεί ισχυροί προσεισμοί. Ο σεισμός που έγινε αισθητός και σε άλλες βαλκανικές χώρες, κόστισε τη ζωή σε 49 νεκρούς, τραυματίστηκαν 220 άτομα και 800 περίπου χιλιάδες πολίτες έμειναν άστεγοι, είτε διότι τα σπίτια τους είχαν καταστραφεί, είτε διότι δεν τολμούσαν να τα χρησιμοποιήσουν. Στη μοναδική κατάρρευση οκταώροφης οικοδομής στην πλατεία Ιπποδρομίου, βρήκαν το θάνατο 29 από τα συνολικώς 49 θύματα. Αναφέρθηκε επίσης ότι 6 άτομα πέθαναν από έμφραγμα του μυοκαρδίου.  Εντοπίστηκαν 3.170 (4,5%) κτίρια με σοβαρές και επικίνδυνες βλάβες και 13.918 (21,0%) κτίρια με μέσης ή και μικρής κλίμακας βλάβες. Τα νοσοκομεία της πόλης υπέστησαν βλάβες και εκκενώθηκαν για μερικές μέρες, ενώ οι ασθενείς μεταφέρθηκαν σε σκηνές .

 

Μαγνησία (Αλμυρός) 1980

Ο επιφανειακός σεισμός του Παγασητικού κόλπου εκδηλώθηκε στις 9 Ιουλίου 1980, είχε μέγεθος 6,5 βαθμών της κλίμακας Richter και προκάλεσε καταστροφές στους νομούς Μαγνησίας, Φθιώτιδας και Λαρίσης. 5.222 κτίρια καταστράφηκαν, 14.726 έπαθαν σημαντικές βλάβες και 10.668 ελαφρές βλάβες. Τραυματίστηκαν 24 άτομα.

 

Αλκυονίδες 1981

Μία σεισμική ακολουθία στον κόλπο των Αλκυονίδων, με κύριο σεισμό στις 24 Φεβρουαρίου 1981 στις 22:53 με μέγεθος 6,7 βαθμών της κλίμακας Richter και ακλούθησαν ισχυροί μετασεισμοί. Προκλήθηκαν ζημιές στην Κορινθία, τη Βοιωτία, την Αττική, τη Φωκίδα και την Εύβοια. Συνολικά καταστράφηκαν ή έπαθαν μη επισκευάσιμες βλάβες 22.554 οικοδομές, υπέστησαν σοβαρές βλάβες 11.745 και ελαφρότερες 50.222. Έχασαν τη ζωή τους 20 άτομα και περίπου 500 τραυματίστηκαν.

 

Καλαμάτα 1986

Ο σεισμός στις 13 Σεπτεμβρίου 1986 (20:14) συγκλόνισε την Καλαμάτα, μιας και οι μεγαλύτερες εντάσεις παρατηρήθηκαν στο ιστορικό κέντρο της πόλης, όπου τα 2/3 των κτιρίων υπέστησαν σοβαρές βλάβες. Είχε μέγεθος 6,0 βαθμών της κλίμακας Richter και ήταν επιφανειακός. Ολοκληρωτική καταστροφή υπέστη το Ελαιοχώρι (113 από τα 117 σπίτια κατεδαφίστηκαν), 10 km από την πόλη, ενώ σε άλλα 5 χωριά καταγράφηκαν σημαντικές βλάβες. Από τα 9.800 κτίρια της Καλαμάτας που ελέχθησαν, το 22% κατέρρευσαν ή κρίθηκαν κατεδαφιστέα, το 21% υπέστησαν σοβαρές βλάβες και το 26% ελαφρές βλάβες. Το οδικό δίκτυο έκλεισε από ερείπια και οι τηλεπικοινωνίες κατέρρευσαν. Από τον πληθυσμό των 42.000 κατοίκων που εκτιμάται ότι είχε τότε η Καλαμάτα, περίπου 35.000 άνθρωποι έμειναν άστεγοι. Σκοτώθηκαν 20 κάτοικοι και τραυματίστηκαν 330. Στον μικρό αριθμό θυμάτων συνέβαλε και μία συγκυρία, διότι ο σεισμός συνέβη κατά τη διάρκεια τελετής εγκαινίων νέας ακτοπλοϊκής γραμμής στο λιμάνι, που εκτιμάται ότι παρακολουθούσαν 15.000 άνθρωποι. Από τους 339 τραυματίες, 82 έχρησαν νοσηλείας, ενώ οι υπόλοιποι υπέφεραν από ψυχολογικό στρες. Για πρώτη φορά πραγματοποιήθηκαν οργανωμένες επεμβάσεις έρευνας και διάσωσης εγκλωβισμένων. Από τις πρώτες ώρες ειδικευμένες ομάδες από το εξωτερικό συνέδραμαν στη διάσωση και την τεχνική υποστήριξη. Το επόμενο έτος (1987) συστάθηκε η Ειδική Μονάδα Αντιμετώπισης Καταστροφών (ΕΜΑΚ) του Πυροσβεστικού Σώματος.

 

Γρεβενά – Κοζάνη 1995

Ο σεισμός έπληξε κατά στις 13 Μαΐου 1995 (11:43) περιοχές των νομών Γρεβενών και Κοζάνης. Οι περιοχές δεν είχαν προηγούμενη αντίστοιχη εμπειρία και βρίσκονταν σε ζώνη χαμηλής σεισμικής επικινδυνότητας. Ο σεισμός ήταν επιφανειακός, μεγέθους 6,6 βαθμών της κλίμακας Richter. Οι άστεγοι να ανήλθαν στις 12.000, στην επαρχία των Γρεβενών, από τα 9.590 κτίρια, κατέρρευσαν ή καταστράφηκαν τα 1.924 και 1.599 έπαθαν σοβαρές βλάβες, ενώ στην επαρχία της Κοζάνης από τα 43.184 κτίρια, τα 7.693 κατέρρευσαν, καταστράφηκαν ή έπαθαν σοβαρές βλάβες. Εκτεταμένες καταστροφές αναφέρονται και σε σχολικά κτίρια. Από τα 17 χωριά που υπέστησαν βλάβες, τα σχολεία 6 εξ αυτών κατέρρευσαν και 3 υπέστησαν σοβαρές βλάβες. Οι τραυματίες ανήλθαν στους 20, ενώ δεν υπήρχε απώλεια ανθρώπινης ζωής, που αποδίδεται στο ευτυχές γεγονός ότι ο σεισμός έγινε Σάββατο, που τα σχολεία είναι κλειστά, και ώρα, κατά την οποία ο πληθυσμός ήδη απασχολούνταν σε εργασίες στο ύπαιθρο, καθώς και στην εκδήλωση προσεισμού, που λειτούργησε ως προειδοποίηση. Ενώ όμως δεν υπήρξαν θύματα κατά τον σεισμό, υπήρξαν θύματα κατά την κατεδάφιση των κτισμάτων που είχαν χαρακτηριστεί κατεδαφιστέα. Στο χωρίο Μικροβάλτο της Ν. Κοζάνης ένα ηλικιωμένο ζευγάρι σκοτώθηκε κατά την κατεδάφιση της οικίας τους.

 

Αίγιο 1995

Ο επιφανειακός σεισμός που κατέστρεψε το Αίγιο και προκάλεσε βλάβες σε χωριά της Αχαΐας και της Φωκίδας είχε μέγεθος 6,4 βαθμών της κλίμακας Richter. Εκδηλώθηκε λίγο μετά τα μεσάνυχτα της 15ης Ιουνίου και προκάλεσε την κατάρρευση τριών κτιρίων, μεταξύ των οποίων και μέρος του κτιρίου της Κρατικής Βιομηχανίας Όπλων. Συνολικά 1.849 κτίρια έπαθαν σοβαρές βλάβες και 1.756 ελαφρές στο Αίγιο και τα γύρω χωριά. Έχασαν τη ζωή τους 26 άτομα και 200 τραυματίστηκαν. Οι άστεγοι ανήλθαν στους 2.100.  Από τα ερείπια 16 εγκλωβισμένοι ανασύρθηκαν επιτυχώς, ενώ οι επιχειρήσεις διάσωσης συνεχίστηκαν τις επόμενες μέρες, υπό αντίξοες συνθήκες και μετασεισμούς. Την τέταρτη μέρα διασώθηκε υγιές ένα αγοράκι. Στους πληγέντες δόθηκαν πρώτες βοήθειες και ψυχολογική υποστήριξη.

 

Πάρνηθα 1999

Στις 7 Σεπτέμβρη και ώρα 14:56 εκδηλώθηκε επιφανειακός σεισμός (εστιακό βάθος 15 km) μεγέθους 5,9 βαθμών της κλίμακας Richter με επίκεντρο 18km περίπου βόρεια του κέντρου της Αθήνας. Παρά το μέτριο σχετικά μέγεθος του, ο σεισμός προκάλεσε εκτεταμένες καταστροφές στη Δυτική Αττική (Άνω Λιόσια, Θρακομακεδόνες, Μεταμόρφωση, Μενίδι) και σημαντικές βλάβες σε άλλα μέρη της Αθήνας και του Πειραιά. Κατέρρευσαν 111 κτίρια, ενώ 5.222 κρίθηκαν επικίνδυνα ετοιμόρροπα για κατάρρευση (κόκκινα) και συνεπώς κατεδαφιστέα και 38.165 προσωρινά ακατάλληλα για κατοίκηση, με αποτέλεσμα 50.000 άνθρωποι να μείνουν άστεγοι. Ο σεισμός έγινε αντιληπτός σε πολλές περιοχές της Ελλάδας και της Τουρκίας.

 

Ο σεισμός κόστισε τη ζωή σε 143 άτομα και τραυματίστηκαν περί τους 750.  Οι επιχειρήσεις των ομάδων έρευνας και διάσωσης πραγματοποιηθήκαν σε 28 διαφορετικά σημεία και συνολικά ανασύρθηκαν ζωντανά 86 άτομα, όλα μέσα στις πρώτες 72 ώρες. Την προσπάθεια της ΕΜΑΚ συνέδραμαν ομάδες έρευνας και διάσωσης από 8 χώρες. Το 50% των θανάτων συνέβησαν στα ερείπια έντεκα μεγάλων κτιρίων (Ricomex, Faran, Fourlis και 8 πολυκατοικιών). Οι περισσότεροι θάνατοι, 38 στο σύνολο, προήλθαν από την κατάρρευση του εργοστασίου της Ricomex, ενώ από τα ερείπια του σώθηκαν μόνο εννέα άτομα. Οι υπόλοιποι θάνατοι οφείλονταν σε καταρρεύσεις 17 μικρότερων κτιρίων, η πλειοψηφία των οποίων είχαν κατασκευαστεί πριν το 1984.

Ο σεισμός του ’99 αποτέλεσε την πιο κοστοβόρα φυσική καταστροφή της Ελλάδας. Το συνολικό κόστος υπολογίστηκε ότι ανέρχεται σε 3,77 Δις  Ευρώ και πιθανόν να αγγίζει και τα 4Δις. Ευρώ. Το ποσό αυτό ανέρχεται στο 3% του ΑΕΠ της χώρας. Από τα 42 νοσοκομεία της Αθήνας επλήγησαν από τον σεισμό 6, χωρίς όμως να καταρρεύσουν ή να τεθούν εκτός λειτουργίας. Χορηγήθηκε επίσης επίδομα ύψους 5.869 Ευρώ (2εκατ. Δρχ.) σε κάθε οικογένεια με απώλεια ή τραυματισμό μέλους της.

 

Ηλεία 2008

Στις 8/6/2008 ισχυρή σεισμική δόνηση μεγέθους 6.5 βαθμών της κλίμακας Richter με επίκεντρο περίπου 35Km νοτιοδυτικά της Πάτρας και έγινε ιδιαίτερα αισθητή σε μεγάλο μέρος του Ελληνικού χώρου. Το βάθος της εστίας του σεισμού υπολογίστηκε στα 3 km περίπου, ο σεισμός προκάλεσε βλάβες σε οικισμούς της Αχαΐας και Ηλείας και έγινε αισθητός σε μεγάλο μέρος του Ελληνικού χώρου, την Κρήτη καθώς επίσης στην Νότια Ιταλία και την Αλβανία.

Ένας σημαντικός αριθμός κτιρίων και εκκλησιών σε οικισμούς στην επικεντρική περιοχή εμφάνισαν μερική ή ολική κατάρρευση. Ο σεισμός στοίχισε τη ζωή σε 2 ανθρώπους, ο ένας εκ των οποίων καταπλακώθηκε και ο δεύτερος πέθανε από ανακοπή κατά τη μεταφορά του από ασθενοφόρο του ΕΚΑΒ στο νοσοκομείο. Συνολικά 214 άνθρωποι προσήλθαν στο νοσοκομείο με τραυματισμούς λόγω του σεισμού. Από αυτούς, 21 εισήχθησαν και παραμένουν για νοσηλεία, ενώ σε τρεις περιπτώσεις, που αφορούν κατάγματα στα άκρα, οι ασθενείς χειρουργήθηκαν. Από τον σεισμό προκλήθηκαν υλικές ζημιές στο Γενικό Νοσοκομείο Πατρών «Άγιος Ανδρέας». Λίγες ημέρες μετά τον σεισμό, το Υπουργείο Υγείας έδωσε εντολή για εκκένωση του νοσοκομείου και μεταφορά των 61 ασθενών στο Ρίο, το Αίγιο και το Μεσολόγγι.

 

Βιβλιογραφία

Ιστοσελίδα: www.oasp.gr

Ιστοσελίδα: www.seismoi.gr

Ιστοσελίδα: www.meteoclub.gr

Συνέντευξη του κ. Β. Καρακώστας, σεισμολόγου του Εργαστηρίου Γεωφυσικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, στο www.tovima.gr την 18/06/2000.

 

 

 

Εκπαιδευτικό βίντεο με οδηγίες για προστασία σε περίπτωση σεισμού από την Γ.Γ.Π.Π.

 

 

 

More: www.civilprotection.gr

 

ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ